Πυκνός στα πολωνικά
Μετάφραση: πυκνός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
spoisty, grubo, gąszcz, zawiesisty, tłusty, gęsty, spójny, ciężko, zgęstnienie, zarośla, gruby, krępy, nabity, zwalisty, przysadzisty
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνός
πυκνός μαστός, πυκνός αντώνυμα, πυκνόσ μετάφραση, πυκνός και λιτός λόγος, πυκνός συνώνυμα, πυκνός λεξικό γλώσσας πολωνικά, πυκνός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πυγμαχώ στα πολωνικά - pudełeczko, pudełko, odosobnić, skrzynka, puzderko, pudło, skrzynia, ...
- πυκνωτής στα πολωνικά - chłodnica, skraplacz, kondensator, kondensatora, kondensatorów, kondensatorem, kondensatory
- πυκνότητα στα πολωνικά - gęstość, miąższość, częstość, grubość, warstwa, gęstości, zagęszczenie, ...
- πυκνώνω στα πολωνικά - pogrubić, zagęścić, pogrubiać, grubieć, zagęszczać, gęstnieć, zgęstnieć, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυκνός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: spoisty, grubo, gąszcz, zawiesisty, tłusty, gęsty, spójny, ciężko, zgęstnienie, zarośla, gruby, krępy, nabity, zwalisty, przysadzisty
Μεταφράσεις: spoisty, grubo, gąszcz, zawiesisty, tłusty, gęsty, spójny, ciężko, zgęstnienie, zarośla, gruby, krępy, nabity, zwalisty, przysadzisty