Μαζικός στα πολωνικά
Μετάφραση: μαζικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wiec, msza, koncentrować, gromadzić, masa, zlepek, mnóstwo, masowość, masowy, masy, masę
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαζικός
μαζικός αδένας, μαζικός αθλητισμός ορισμός, μαζικός αριθμός, μαζικός αθλητισμός, μαζικός αθλητισμός 2013, μαζικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, μαζικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μαζεύομαι στα πολωνικά - narwać, zbierać, zrywać, wnioskowanie, nabieranie, zgromadzenie, zgarniać, ...
- μαζεύω στα πολωνικά - sortować, motyka, wnioskowanie, zbierać, nabieranie, narwać, zwijać, ...
- μαθήτρια στα πολωνικά - źrenica, uczeń, uczennica, schoolgirl, uczennicy, uczennicą
- μαθηματικά στα πολωνικά - arytmetyczny, arytmetyka, matematyka, rachunkowy, matematyki, matematykę, Mathematics, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαζικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wiec, msza, koncentrować, gromadzić, masa, zlepek, mnóstwo, masowość, masowy, masy, masę
Μεταφράσεις: wiec, msza, koncentrować, gromadzić, masa, zlepek, mnóstwo, masowość, masowy, masy, masę