Κολιγιά στα πολωνικά

Μετάφραση: κολιγιά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dzierżawa, najem, dzierżawców, dzierżawcy, Crofters
Κολιγιά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολιγιά

κολιγιά λεξικό γλώσσας πολωνικά, κολιγιά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κολεός στα πολωνικά - prezerwatywa, osłona, obicie, wiązka, futerał, pochwa, pochewka, ...
  • κολιέ στα πολωνικά - naszyjnik, kolia, necklace, kolii
  • κολικός στα πολωνικά - rżnięcie, kolka, kolki, kolkę, colic, kolką
  • κολλάρισμα στα πολωνικά - opatrunek, sos, ubieranie się, opatrunku, dressing
Τυχαίες λέξεις
Κολιγιά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dzierżawa, najem, dzierżawców, dzierżawcy, Crofters