Ενδοχώρα στα πολωνικά
Μετάφραση: ενδοχώρα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wnętrze, wewnętrzny, śródlądowy, śródziemny, krajowy, głąb kraju, zapleczem, zapleczu, głębi lądu, hinterland
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδοχώρα
ενδοχώρα εμπειρίκος, ενδοχώρα λεξικό, ενδοχώρα ορισμόσ, ενδοχώρα άνδρος, ενδοχώρα wikipedia, ενδοχώρα λεξικό γλώσσας πολωνικά, ενδοχώρα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ενδιαφερόμενος στα πολωνικά - gorliwy, przenikliwy, namiętny, skory, ostry, żarliwy, dotkliwy, ...
- ενδοτικός στα πολωνικά - skomplikowany, zawiły, ustępliwy, zgodny, koncesyjny, ulgowe, przyzwalający
- ενδυμασία στα πολωνικά - strój, kostium, garsonka, ubiór, odzież, attire, stroje
- ενδυναμώνω στα πολωνικά - utrwalać, umocnić, fortyfikować, zacieśniać, wzmacniać, krzepić, wzmocnić, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενδοχώρα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wnętrze, wewnętrzny, śródlądowy, śródziemny, krajowy, głąb kraju, zapleczem, zapleczu, głębi lądu, hinterland
Μεταφράσεις: wnętrze, wewnętrzny, śródlądowy, śródziemny, krajowy, głąb kraju, zapleczem, zapleczu, głębi lądu, hinterland