Ατομικά στα πολωνικά

Μετάφραση: ατομικά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
indywidualizować, indywidualnie, pojedynczo, oddzielnie, osobno, indywidualnym
Ατομικά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατομικά

ατομικά βάρη, ατομικά παιχνίδια, ατομικά γλυκάκια, ατομικά πιτσάκια, ατομικά αθλήματα, ατομικά λεξικό γλώσσας πολωνικά, ατομικά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ατμόσφαιρα στα πολωνικά - pieśń, przewietrzyć, atmosfera, tonacja, brzmienie, nastrajać, odcień, ...
  • ατολμία στα πολωνικά - bojaźliwość, wstydliwość, nieśmiałość, brak pewności siebie, nieufność, diffidence, nieufności
  • ατομικισμός στα πολωνικά - indywidualizm, indywidualizmu, indywidualizmem, indywidualizmowi
  • ατομικός στα πολωνικά - indywiduum, osobliwy, osobisty, osoba, osobnik, jednostka, jednolity, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατομικά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: indywidualizować, indywidualnie, pojedynczo, oddzielnie, osobno, indywidualnym