Συναγωγή στα ουκρανικά

Μετάφραση: συναγωγή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
синагога, синагогу, синаґоґа
Συναγωγή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναγωγή

συναγωγή των ιωαννίνων, συναγωγή θερμότητας, συναγωγή μοναστηριωτών θεσσαλονίκη, συναγωγή θεσσαλονίκης, συναγωγή χανιά, συναγωγή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συναγωγή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συναίσθημα στα ουκρανικά - порушення, чуття, почуття, відчуття
  • συναγερμός στα ουκρανικά - тривога, тривожити, збентежити, збентежувати, тривогу
  • συναγωνίζομαι στα ουκρανικά - змагайтеся, конкурувати, змагатись, змагатися, конкуруватиме, конкуруватимуть
  • συναγωνισμός στα ουκρανικά - змагання, конкуренція, зустріч, спіткання
Τυχαίες λέξεις
Συναγωγή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: синагога, синагогу, синаґоґа