Μεταπείθω στα ουκρανικά
Μετάφραση: μεταπείθω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відговорювати, переконувати, відрадьте, відрадити, відмовляння
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταπείθω
μεταπείθω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μεταπείθω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μεταξωτό στα ουκρανικά - шовковий, шовк, блиск, шелк
- μεταξύ στα ουκρανικά - поміж, з-поміж, між, середина, серед
- μεταρρυθμίζω στα ουκρανικά - metarrythmizo
- μεταρρύθμιση στα ουκρανικά - реформа, реформу
Τυχαίες λέξεις
Μεταπείθω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відговорювати, переконувати, відрадьте, відрадити, відмовляння
Μεταφράσεις: відговорювати, переконувати, відрадьте, відрадити, відмовляння