Κυμαίνομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: κυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
коливатися, коливайтеся, коливатиметься, вагатися, коливатись, коливатимуться
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυμαίνομαι
κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κυμαίνομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κυλώ στα ουκρανικά - реєстр, ріка, випромінювати, витікати, вертітися, мул, струмінь, ...
- κυμάτισμα στα ουκρανικά - отой, той, хвилястий, хвиляста, хвилясті, хвилясте
- κυματισμός στα ουκρανικά - отой, той, хвилястість, волнистость, хвилястістю
- κυνήγι στα ουκρανικά - мисливство, охота, хіть, полювання, пошук, Охота, Спортивні товари Полювання, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυμαίνομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: коливатися, коливайтеся, коливатиметься, вагатися, коливатись, коливатимуться
Μεταφράσεις: коливатися, коливайтеся, коливатиметься, вагатися, коливатись, коливатимуться