Δοκίμιο στα ουκρανικά
Μετάφραση: δοκίμιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нарис, намагатися, стаття, доказ, підтвердження, доведення, докази, доказом
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκίμιο
δοκίμιο ιστορίας του κκε, δοκίμιο περί ανθρώπινης βλακείας, δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση, δοκίμιο γ λυκείου, δοκίμιο περί βλακείας, δοκίμιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δοκίμιο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δοκάρι στα ουκρανικά - можливо, з, із, зі, через, из
- δοκίμια στα ουκρανικά - нарис, намагатися, стаття, есе, есеї, есеїв, ессе
- δοκιμάζω στα ουκρανικά - випробування, проба, намагатися, зразок, спроба, взірець, куштувати, ...
- δοκιμασία στα ουκρανικά - тортури, слушно, випробний, іспит, справедливо, суд, суду
Τυχαίες λέξεις
Δοκίμιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: нарис, намагатися, стаття, доказ, підтвердження, доведення, докази, доказом
Μεταφράσεις: нарис, намагатися, стаття, доказ, підтвердження, доведення, докази, доказом