Άνδρας στα ουκρανικά
Μετάφραση: άνδρας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
матуся, людина, осіб, чоловік, людей
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνδρας
άνδρας ιχθύς, άνδρας παρθένος, άνδρας εξαφανίστηκε ξαφνικά ενώ περπατούσε, άνδρας ψάχνει άνδρα, άνδρας τοξότης, άνδρας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άνδρας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- άναρθρος στα ουκρανικά - невміло, невправно, невиразний, невиразна, невиразне, невиразну
- άναυδος στα ουκρανικά - онімілий, німий, німою, німої, німій, безмовний, приголомшений, ...
- άνεμος στα ουκρανικά - здригання, вітер
- άνεργος στα ουκρανικά - безробітні, лінивий, простій, непрацюючий, безробітний, безробітних
Τυχαίες λέξεις
Άνδρας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: матуся, людина, осіб, чоловік, людей
Μεταφράσεις: матуся, людина, осіб, чоловік, людей