Συνταιριάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: συνταιριάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
meccs, gyufa, illeszkedik, beleférjen, elfér, illeszkednek, fér el
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνταιριάζω
συνταιριάζω συνώνυμα, συνταιριάζω λεξικό, συνταιριάζω συνώνυμο, συνταιριάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνταιριάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συνταγματάρχης στα ουγγρικά - ezredes, ezredest, Colonel, ezredesnek, ezredese
- συνταγματικός στα ουγγρικά - alkotmányos, az alkotmányos, alkotmányjogi, alkotmányossági, alkotmány
- συνταξιούχος στα ουγγρικά - nyugdíjas, visszavonult, nyugdíjasok, nyugalmazott, nyugdíjba
- συνταρακτικός στα ουγγρικά - izgalmas, megdöbbentő, sokkoló, megrázó, döbbenetes, meghökkentő
Τυχαίες λέξεις
Συνταιριάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: meccs, gyufa, illeszkedik, beleférjen, elfér, illeszkednek, fér el
Μεταφράσεις: meccs, gyufa, illeszkedik, beleférjen, elfér, illeszkednek, fér el