Ένορκος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ένορκος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
esküdt, zsűritag, esküdtet, zsűritagja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένορκος
ένορκος δήλωση, η ένορκος, ένορκος σε δικαστήριο, τακτικός ένορκος, ο ένορκος, ένορκος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ένορκος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- έννοια στα ουγγρικά - nyugtalankodás, szándékú, jelentés, jelenti, azaz, vagyis, jelentése
- ένοικος στα ουγγρικά - bérlő, bérlői, bérlője, bérlo, a bérlő
- ένοχος στα ουγγρικά - tettes, bűnös, bűnösnek, vétkes, bűnösök, vétkesek
- ένσταση στα ουγγρικά - kifogás, kifogást, kifogása, kifogással, ellenvetés
Τυχαίες λέξεις
Ένορκος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: esküdt, zsűritag, esküdtet, zsűritagja
Μεταφράσεις: esküdt, zsűritag, esküdtet, zsűritagja