Ψίχα στα ολλανδικά

Μετάφραση: ψίχα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
broodkruimel, kruimel, essentie, pit, kern, merg, pith, sagopalm
Ψίχα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψίχα

ψίχα κολοκυθιού, ψίχα αμυγδάλου, ψίχα καρύδας, ψίχα μελιτζάνας, ψίχα τοστ, ψίχα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ψίχα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ψήφισμα στα ολλανδικά - resolutie, besluit, resolutie van, de resolutie
  • ψήφος στα ολλανδικά - stemmen, kiezen, balloteren, stemming, stem, beoordeeld, vote
  • ψίχουλο στα ολλανδικά - kruimel, broodkruimel, kruim, crumb, schijnoplossing, kruimeltje
  • ψαλιδίζω στα ολλανδικά - inkrimpen, beslaan, verminderen, snoeien, zetten, verkleinen, afzetten, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψίχα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: broodkruimel, kruimel, essentie, pit, kern, merg, pith, sagopalm