Υποστηρίζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: υποστηρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
achteruit, schragen, behouden, doorstaan, bewaren, conserveren, terug, overhouden, steunen, stutten, rugstuk, bedwingen, knechten, ommezijde, achterzijde, verzekeren, ondersteuning, steun, ondersteunen, support, ondersteuning van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποστηρίζω
υποστηρίζω βικιλεξικο, υποστηρίζω μετάφραση, υποστηρίζω συνώνυμα, υποστηρίζω αγγλικά, γραμμή υποστηρίζω, υποστηρίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υποστηρίζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- υποσκάπτω στα ολλανδικά - ondergraven, ondermijnen, sap, van SAP, sappen, het sap
- υποστήριγμα στα ολλανδικά - uithouden, ondersteunen, volhouden, drager, voedsel, ophouden, leven, ...
- υποστηρικτής στα ολλανδικά - verdediger, adept, advocaat, pleitbezorger, aanhanger, voorspreker, helper, ...
- υποτάσσομαι στα ολλανδικά - onderwerpen, knechten, wieltje, rolletje, truckle, uitschuifbed, zich slaafs onderwerpen
Τυχαίες λέξεις
Υποστηρίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: achteruit, schragen, behouden, doorstaan, bewaren, conserveren, terug, overhouden, steunen, stutten, rugstuk, bedwingen, knechten, ommezijde, achterzijde, verzekeren, ondersteuning, steun, ondersteunen, support, ondersteuning van
Μεταφράσεις: achteruit, schragen, behouden, doorstaan, bewaren, conserveren, terug, overhouden, steunen, stutten, rugstuk, bedwingen, knechten, ommezijde, achterzijde, verzekeren, ondersteuning, steun, ondersteunen, support, ondersteuning van