Παθολόγος στα ολλανδικά

Μετάφραση: παθολόγος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
patholoog, lijkschouwer, patholoogoverhemden, pathologist
Παθολόγος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθολόγος

παθολόγος εοπυυ, παθολόγος χαλάνδρι, παθολόγος βριλήσσια, παθολόγος καλαμαριά, παθολόγος ζωγράφου, παθολόγος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παθολόγος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • παθολογία στα ολλανδικά - pathologie, de pathologie, pathologische, pathologie van
  • παθολογικός στα ολλανδικά - pathologisch, pathologische, van pathologische, ziekelijk
  • παιδί στα ολλανδικά - afstammeling, vent, sujet, jong, loot, kind, persoon, ...
  • παιχνίδι στα ολλανδικά - speelbal, spel, speeltuig, partij, spelletje, wedstrijd, spel te, ...
Τυχαίες λέξεις
Παθολόγος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: patholoog, lijkschouwer, patholoogoverhemden, pathologist