Λοξοδρομώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: λοξοδρομώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zeeg, puur, louter, zuiver, pure
Λοξοδρομώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοξοδρομώ

λοξοδρομώ συνώνυμο, λοξοδρομώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λοξοδρομώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λοιπόν στα ολλανδικά - goed, welnu, wel, bron, put, vervolgens, dan, ...
  • λοξά στα ολλανδικά - schuin, schuin naar, scheef, zijdelings, zich schuin
  • λοξοκοιτάζω στα ολλανδικά - scheelzien, loensen, loxokoitazo
  • λοξός στα ολλανδικά - scheef, indirect, schuin, schuine, scheve, oblique
Τυχαίες λέξεις
Λοξοδρομώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zeeg, puur, louter, zuiver, pure