Δέος στα ολλανδικά
Μετάφραση: δέος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vrees, ontzag, awe, vol ontzag, indruk, ontzag voor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέος
δέος ετυμολογία, δέος συνώνυμα, δέος ασοεε, δέοσ in english, δέος σημασία, δέος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δέος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- δέντρο στα ολλανδικά - boom, tree, structuur, bomen, boom van
- δένω στα ολλανδικά - knopen, knoop, stropdas, strik, aandikken, inbinden, aanbinden, ...
- δέρμα στα ολλανδικά - schil, vel, pels, huid, vacht, de huid, achtergrond, ...
- δέρνω στα ολλανδικά - afranselen, tel, pols, ritme, polsslag, slaan, geselen, ...
Τυχαίες λέξεις
Δέος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vrees, ontzag, awe, vol ontzag, indruk, ontzag voor
Μεταφράσεις: vrees, ontzag, awe, vol ontzag, indruk, ontzag voor