Ακαθάριστος στα νορβηγικά
Μετάφραση: ακαθάριστος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ren, klar, tykk, brutto, grov, grovt, total
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακαθάριστος
ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, ακαθάριστοσ σχηματισμόσ κεφαλαίου, ακαθάριστος μισθός, ακαθάριστος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ακαθάριστος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ακαδημία στα νορβηγικά - akademi, academy, akademiet
- ακαδημαϊκός στα νορβηγικά - akademisk, akademiske, faglig, faglige, vitenskapelig
- ακαθαρσία στα νορβηγικά - urenhet, forurensning, urenheter, impurity, urenheten
- ακαθόριστος στα νορβηγικά - dunkel, mørk, vag, uforståelig, uoppgjorte, ubetalt, ustadig, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακαθάριστος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: ren, klar, tykk, brutto, grov, grovt, total
Μεταφράσεις: ren, klar, tykk, brutto, grov, grovt, total