Ανά στα λιθουανικά
Μετάφραση: ανά, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
už, per, svarbūs, vienam
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανά
ανά τας ρύμας και τας αγυιάς, ανά τον κόσμο, νανά καραγιάννη ξεχάστε αυτή την εικόνα-δείτε το νέο της πρόσωπο, ανά πάσα στιγμή ζαζόπουλος, ανά πάσα στιγμή stixoi, ανά λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανά στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αμύνομαι στα λιθουανικά - apginti, ginti, gina, apsaugoti, gintis
- αν στα λιθουανικά - jei, jeigu, ar
- ανάβαση στα λιθουανικά - pasikėlimas, kilimas, kopimas, laiptatakis, pakiluma
- ανάβω στα λιθουανικά - šviesa, žiebtuvėlis, šviesis, lempa, lengvas, pakurti, uždegti
Τυχαίες λέξεις
Ανά στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: už, per, svarbūs, vienam
Μεταφράσεις: už, per, svarbūs, vienam