Στραμπουλίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: στραμπουλίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ключ, расцяжэнне звязак
Στραμπουλίζω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στραμπουλίζω

στραμπουλίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στραμπουλίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • στραγγίζω στα λευκορωσικά - выціскаць
  • στραγγαλίζω στα λευκορωσικά - гаррота
  • στραπατσάρισμα στα λευκορωσικά - ўвагнутасць, увагнутасць
  • στρατάρχης στα λευκορωσικά - поле, полі
Τυχαίες λέξεις
Στραμπουλίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ключ, расцяжэнне звязак