Ανάγλυφος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ανάγλυφος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
штампаваны, штампаваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάγλυφος
ανάγλυφος χάρτης ελλάδος, ανάγλυφοσ συνώνυμα, ανάγλυφος χάρτης, ανάγλυφοσ τοίχοσ, ανάγλυφος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανάγλυφος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ανάβω στα λευκορωσικά - дзень, ясни, лёгкi, распаліць, разжечь, запаліць
- ανάγκη στα λευκορωσικά - хацець, абавязак, пытацца, неабходнасць, неабходнасьць, патрэба
- ανάδειξη στα λευκορωσικά - буда, высокi, прасоўванне, пасоўванне, прасоўваньне, пашырэнне, рух
- ανάθεμα στα λευκορωσικά - анатэма, анафема, анафэма
Τυχαίες λέξεις
Ανάγλυφος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: штампаваны, штампаваць
Μεταφράσεις: штампаваны, штампаваць