Πεπερασμένος στα κροατικά
Μετάφραση: πεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
određen, ograničen, konačan, konačni, konačnih, konačnog, konačna
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεπερασμένος
πεπερασμένος λεξικό, πεπερασμένος σημασια, πεπερασμένος αριθμός, πεπερασμένος ορισμός, πεπερασμένος χρόνος, πεπερασμένος λεξικό γλώσσας κροατικά, πεπερασμένος στα κροατικά
Μεταφράσεις
- πεντηκοστός στα κροατικά - pedeseti, pedesetu, pedesetogodišnjica, pedeseta, pedeseti dio
- πεπαλαιωμένος στα κροατικά - iscrpljen, istrošeni, izlizan, istrošena, izmoreno
- πεποίθηση στα κροατικά - osuda, vjerovanja, vjera, vjerovanje, uvjerenje, presuda, uvjerenju, ...
- πεπρωμένο στα κροατικά - kob, sudbina, udes, sudbinu, je sudbina, sudbine, sudbinom
Τυχαίες λέξεις
Πεπερασμένος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: određen, ograničen, konačan, konačni, konačnih, konačnog, konačna
Μεταφράσεις: određen, ograničen, konačan, konačni, konačnih, konačnog, konačna