Απότομα στα ιταλικά
Μετάφραση: απότομα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
improvvisamente, bruscamente, colpo, all'improvviso, di colpo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απότομα
απότομα συνώνυμα, απότομα μου την κοπάνησεσ απότομα, απότομα βραδιάζει, απότομα στίχοι, πολύ απότομα, απότομα λεξικό γλώσσας ιταλικά, απότομα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- απόσταση στα ιταλικά - distacco, distanza, intervallo, la distanza, distanza di, distanza a, a distanza
- απόστολος στα ιταλικά - apostolo, dell'apostolo, all'apostolo, apostolo di, Discepolo
- απότομος στα ιταλικά - smussare, scosceso, mero, erto, spuntato, ripido, ottundere, ...
- απόφαση στα ιταλικά - risoluzione, decisione, deliberazione, decisione di, decisionale, decisione del, decisioni
Τυχαίες λέξεις
Απότομα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: improvvisamente, bruscamente, colpo, all'improvviso, di colpo
Μεταφράσεις: improvvisamente, bruscamente, colpo, all'improvviso, di colpo