Κόπωση στα ισπανικά
Μετάφραση: κόπωση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fatiga, aburrimiento, hastío, lasitud, fatigar, cansancio, el cansancio, la fatiga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόπωση
κόπωση συμπτώματα, κόπωση των επινεφριδίων, κόπωση και δέκατα, κόπωση υλικών, κόπωση και υπνηλία, κόπωση λεξικό γλώσσας ισπανικά, κόπωση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κόπος στα ισπανικά - estorbar, cansancio, molestar, incomodar, fatigar, aburrimiento, remar, ...
- κόπρανα στα ισπανικά - excremento, taburete, heces, las heces, de heces, materia fecal
- κόρα στα ισπανικά - costra, corteza, la corteza, corteza de, masa
- κόρη στα ισπανικά - hija, memoria de, En memoria de, memoria, En memoria
Τυχαίες λέξεις
Κόπωση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: fatiga, aburrimiento, hastío, lasitud, fatigar, cansancio, el cansancio, la fatiga
Μεταφράσεις: fatiga, aburrimiento, hastío, lasitud, fatigar, cansancio, el cansancio, la fatiga