Κολλάρισμα στα ισπανικά
Μετάφραση: κολλάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aderezo, vendaje, aliño, vestidor, apósito
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλάρισμα
κολλάρισμα δαντέλας, κολλάρισμα πλεκτών, κολλάρισμα κεντημάτων, κολλάρισμα ρούχων, κολλάρισμα χαλιών, κολλάρισμα λεξικό γλώσσας ισπανικά, κολλάρισμα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κολιγιά στα ισπανικά - crofters, los crofters, pequeños agricultores, de Crofters, el Crofters
- κολικός στα ισπανικά - cólico, cólicos, el cólico, los cólicos, un cólico
- κολλαρίζω στα ισπανικά - almidón, fécula, almidonar, kollarizo
- κολλητικός στα ισπανικά - pegajoso, infeccioso, viscoso, contagioso, pegadizo, infecciosa, infecciosas, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολλάρισμα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: aderezo, vendaje, aliño, vestidor, apósito
Μεταφράσεις: aderezo, vendaje, aliño, vestidor, apósito