Σφουγγαρίστρα στα ισλανδικά
Μετάφραση: σφουγγαρίστρα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mop
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίστρα
σφουγγαρίστρα μετάφραση, σφουγγαρίστρα vileda, σφουγγαρίστρα τιμές, σφουγγαρίστρα γερμανικα, ηλεκτρική σκούπα-σφουγγαρίστρα, σφουγγαρίστρα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σφουγγαρίστρα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σφοδρός στα ισλανδικά - ákafamaðr
- σφουγγαρίζω στα ισλανδικά - mop
- σφράγισμα στα ισλανδικά - fylla, fyllingu, Fyllingin, að fylla, fylling
- σφρίγος στα ισλανδικά - þróttur, Vigor, kraft
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίστρα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mop
Μεταφράσεις: mop