Εμαγιέ στα ισλανδικά

Μετάφραση: εμαγιέ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
enamel, glerung, í glerung
Εμαγιέ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμαγιέ

εμαγιέ κατσαρόλα, εμαγιέ γάστρα, εμαγιέ ή κεραμική, εμαγιέ εστιατόριο, εμαγιέ τσαγιέρα, εμαγιέ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εμαγιέ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ελώδης στα ισλανδικά - marshy
  • εμένα στα ισλανδικά - mér, mig, mér að, ég
  • εμβάθυνση στα ισλανδικά - dýpkun, styrkja, dýpka, efla, vaxandi
  • εμβέλεια στα ισλανδικά - svið, Tímabil, úrval, bilinu, á bilinu
Τυχαίες λέξεις
Εμαγιέ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: enamel, glerung, í glerung