Εγκαινιάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εγκαινιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
opinn, opna, inaugurate, vígja, að vígja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαινιάζω
εγκαινιάζω τον καινουργιο εαυτο μου - μακροπουλοσ, εγκαινιάζω μακροπουλος, εγκαινιάζω τον καινούριο εαυτό μου, εγκαινιάζω μακροπουλος lyrics, εγκαινιάζω τον καινουργιο εαυτο μου, εγκαινιάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγκαινιάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εγκαθιδρύω στα ισλανδικά - egkathidryo
- εγκαθιστώ στα ισλανδικά - setja, setja upp, setja í embætti, sett, að setja
- εγκαλώ στα ισλανδικά - arraign
- εγκαρτέρηση στα ισλανδικά - þrautseigju, þolgæði, þrautseigja, þolgæðinu
Τυχαίες λέξεις
Εγκαινιάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: opinn, opna, inaugurate, vígja, að vígja
Μεταφράσεις: opinn, opna, inaugurate, vígja, að vígja