Πιάνομαι στα εσθονικά
Μετάφραση: πιάνομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
liibuma, haare, grip, käepide, haaret, haarde
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιάνομαι
πιάνομαι εξ απήνης, πιάνομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, πιάνομαι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πηδώ στα εσθονικά - hüpe, hüppama, kargama, hüpata, hüppa, hüppavad, liikuda
- πηνίο στα εσθονικά - kerima, keerd, pool, spool, pooli, liugurklapi, poolilt
- πιάνω στα εσθονικά - haare, haarama, saak, sidur, jõudma, arusaam, arusaamine, ...
- πιάτο στα εσθονικά - suund, kursus, nõu, taldrik, müürilade, roog, tassi, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιάνομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: liibuma, haare, grip, käepide, haaret, haarde
Μεταφράσεις: liibuma, haare, grip, käepide, haaret, haarde