Μπήγω στα εσθονικά

Μετάφραση: μπήγω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põtkima, pistma, telgsurvejõud, sõitke, sõitma, sõidate, juhtida, sõit tundub
Μπήγω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπήγω

μπήγω συνώνυμα, μπήγω λεξικό γλώσσας εσθονικά, μπήγω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μπέρδεμα στα εσθονικά - tüsistus, komplitseerimine, komplikatsioon, segadus, segadust, segasus, segiajamise, ...
  • μπέρτα στα εσθονικά - keep, neem, peleriin, Bertha
  • μπαίνω στα εσθονικά - sisestama, sisenema, psühhiaater, alustama, sisestage, siseneda
  • μπαγιάτικος στα εσθονικά - kopitanud, musty, läppunud, hallitanud, kopitanud ja
Τυχαίες λέξεις
Μπήγω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: põtkima, pistma, telgsurvejõud, sõitke, sõitma, sõidate, juhtida, sõit tundub