Υπόληψη στα δανικά

Μετάφραση: υπόληψη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
agte, respekt, agtelse, ry, omdømme, renommé, anseelse, rygte
Υπόληψη στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπόληψη

με υπόληψη, υπόληψη ορισμός, υπόληψη συνώνυμο, υπόληψη λεξικό γλώσσας δανικά, υπόληψη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • υπόκωφος στα δανικά - hul, hule, hult
  • υπόλειμμα στα δανικά - rest, Remanensen, Resten, remanens, rester
  • υπόλογος στα δανικά - ansvarlige, ansvarlig, ansvarlig over, ansvar, ansvarlige over
  • υπόλοιπο στα δανικά - rest, hvile, resten, øvrige, resterende
Τυχαίες λέξεις
Υπόληψη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: agte, respekt, agtelse, ry, omdømme, renommé, anseelse, rygte