Τερματισμός στα δανικά

Μετάφραση: τερματισμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fuldende, opsigelse, ophør, afslutning, ophævelse, opsigelsen
Τερματισμός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τερματισμός

τερματισμός καλωδίων utp, τερματισμός windows 8, τερματισμός μαραθωνίου 2013, τερματισμός οπτικής ίνας, τερματισμός απασχόλησης, τερματισμός λεξικό γλώσσας δανικά, τερματισμός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τερετίζω στα δανικά - kvidre, skoven
  • τερμίτης στα δανικά - termit, termite, termitkrigen, termitter, af termitter
  • τερπνός στα δανικά - behagelig, behageligt, behagelige, hyggelig, uforglemmeligt
  • τεσσαρακοστός στα δανικά - fyrretyvende, fyrretyvendedel, fyrre, fyrrende
Τυχαίες λέξεις
Τερματισμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fuldende, opsigelse, ophør, afslutning, ophævelse, opsigelsen