Μεγαλοπρεπής στα δανικά
Μετάφραση: μεγαλοπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
storslåede, storslået, fantastisk, fantastiske, pragtfulde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλοπρεπής
μεγαλοπρεπής σουλειμαν, μεγαλοπρεπής σουλειμαν επεισοδιο, μεγαλοπρεπής αιώνας, σουλεϊμάν, σουλεϊμάν ο μεγαλοπρεπής, μεγαλοπρεπής λεξικό γλώσσας δανικά, μεγαλοπρεπής στα δανικά
Μεταφράσεις
- μεγαλοποιώ στα δανικά - overdraw, overtrækker, overtegne, I overtrækker
- μεγαλοπρέπεια στα δανικά - pragt, storheden, storhed, storslåethed, storslåede
- μεγαλορρημοσύνη στα δανικά - megalorrimosyni
- μεγαλοψυχία στα δανικά - storsind, storsindethed, ædelhed, ædelmodighed
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλοπρεπής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: storslåede, storslået, fantastisk, fantastiske, pragtfulde
Μεταφράσεις: storslåede, storslået, fantastisk, fantastiske, pragtfulde