Κατεδαφίζω στα δανικά
Μετάφραση: κατεδαφίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rase
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατεδαφίζω
κατεδαφίζω συνώνυμο, κατεδαφίζω συνώνυμα, κατεδαφίζω αγγλικα, κατεδαφίζω λεξικό γλώσσας δανικά, κατεδαφίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- καταψύχω στα δανικά - fryse, frost, selvstændig fryser
- κατεδάφιση στα δανικά - nedrivning, nedrivningen, anlægsaffald, nedbrydning, nedrivningsaffald
- κατεργάζομαι στα δανικά - forløb, procedure, metode, proces, katergazomai
- κατευνάζω στα δανικά - balsam, salve, tranquilize, beroligende, beroligende medikamenter, virke beroligende, beroligende på
Τυχαίες λέξεις
Κατεδαφίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rase
Μεταφράσεις: rase