Ελαφρύνω στα δανικά
Μετάφραση: ελαφρύνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
besmykke
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαφρύνω
ελαφρύνω συνωνυμα, ελαφρύνω λεξικό γλώσσας δανικά, ελαφρύνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ελαττώνω στα δανικά - nedsætte, BATE, pyr, til BATE, er BATE, sommer BATE
- ελαφρόμυαλος στα δανικά - forfængelig, scatterbrained
- ελαφρύς στα δανικά - Lys, Light, Let, Svag, Lyset
- ελαφρώς στα δανικά - lidt, smule, en smule, let, svagt
Τυχαίες λέξεις
Ελαφρύνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: besmykke
Μεταφράσεις: besmykke