Δασοφύλακας στα δανικά
Μετάφραση: δασοφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ranger, Naturvejlederture, naturvejleder, Skovløber, skovfoged
![Δασοφύλακας στα δανικά Δασοφύλακας στα δανικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-gr-dk-2230.png)
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασοφύλακας
επάγγελμα δασοφύλακασ, δασοφύλακας λεξικό γλώσσας δανικά, δασοφύλακας στα δανικά
Μεταφράσεις
- δασοκομία στα δανικά - skovbrug, forstvæsen, skovbruget, skovdrift, skovningsmaskiner i, skovbrugets
- δασολογία στα δανικά - forstvæsen, skovbrug, skovbruget, skovdrift, skovningsmaskiner i, skovbrugets
- δασύς στα δανικά - tæt, Shaggy, lodne, langhåret, pjusket, tjavset
- δασώδης στα δανικά - skovklædt, træbevoksede, skovklædte, skovområde, skovbevoksede
Τυχαίες λέξεις
Δασοφύλακας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ranger, Naturvejlederture, naturvejleder, Skovløber, skovfoged
Μεταφράσεις: ranger, Naturvejlederture, naturvejleder, Skovløber, skovfoged