Ρέω στα γερμανικά
Μετάφραση: ρέω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fluss, flut, wasserführung, menstruation, menstruieren, fließen, strömen, bach, strom, strömung, wasserlauf, durchfluss, Fluss, fließt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρέω
ρέω αρχικοί χρόνοι, ρέω συνώνυμα, ρέω γραμματική, εκδόσεις ρέω, ρέω έρεα, ρέω λεξικό γλώσσας γερμανικά, ρέω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ρέλι στα γερμανικά - rand, einfassung, kante, angrenzen, stoßkante, abgrenzung, rahmen, ...
- ρέψιμο στα γερμανικά - rülps, rülpsen, rülpser, Aufstoßen, Rülpsen, belching, rülpsende, ...
- ρήγας στα γερμανικά - magnat, könig, dame, König, Königs, King, Kingsize
- ρήγμα στα γερμανικά - lücke, bresche, verstoßen, Riss, Graben, Kluft, Bruch, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρέω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fluss, flut, wasserführung, menstruation, menstruieren, fließen, strömen, bach, strom, strömung, wasserlauf, durchfluss, Fluss, fließt
Μεταφράσεις: fluss, flut, wasserführung, menstruation, menstruieren, fließen, strömen, bach, strom, strömung, wasserlauf, durchfluss, Fluss, fließt