Μεταπείθω στα γερμανικά
Μετάφραση: μεταπείθω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Abraten, Abschreckung, Abmahnung, Dissuasion, Abschreckungs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταπείθω
μεταπείθω λεξικό γλώσσας γερμανικά, μεταπείθω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μεταξωτό στα γερμανικά - seide, Seide, Seiden, silk
- μεταξύ στα γερμανικά - unter, dazwischen, zwischen, zwischen den, von, zwischen dem, zwischen der
- μεταρρυθμίζω στα γερμανικά - besserung, reform, verbesserung, metarrythmizo
- μεταρρύθμιση στα γερμανικά - verbesserung, besserung, reform, Reform, Reformen, die Reform
Τυχαίες λέξεις
Μεταπείθω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: Abraten, Abschreckung, Abmahnung, Dissuasion, Abschreckungs
Μεταφράσεις: Abraten, Abschreckung, Abmahnung, Dissuasion, Abschreckungs