Βρίζω στα γερμανικά
Μετάφραση: βρίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schmähung, beschimpfen, Rülpser, rülpsen, aufstoßen, belch, speien
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρίζω
βρίζω κι εγώ τα έπιπλα όταν σκοντάφτω πάνω τους, βρίζω in english, βρίζω μετάφραση, βρίζω ονειροκρίτης, βρίζω συνωνυμα, βρίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, βρίζω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- βρέχω στα γερμανικά - regenguss, regen
- βρήκα στα γερμανικά - finden, einrichten, aufbauen, begründen, gefunden, gründen, vorfinden, ...
- βρίθω στα γερμανικά - reichlich, wimmeln, strotzen, Fluss, Überfluss
- βρίσκομαι στα γερμανικά - leben, bestehen, werden, kosten, verhalten, sein, existieren, ...
Τυχαίες λέξεις
Βρίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schmähung, beschimpfen, Rülpser, rülpsen, aufstoßen, belch, speien
Μεταφράσεις: schmähung, beschimpfen, Rülpser, rülpsen, aufstoßen, belch, speien