Υποφέρω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: υποφέρω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мечка, мечка', страдам, страдат, страдате, страда, пострада
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποφέρω
υποφέρω δέσποινα βανδή, υποφέρω δέσποινα βανδή lyrics, υποφέρω ουσιαστικό, υποφέρω βανδή, υποφέρω εξαιτίας σου, υποφέρω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υποφέρω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- υπουργικός στα βουλγαρικά - министерския, министерски, министерско, Министерската, министри, министерска
- υπουργός στα βουλγαρικά - пастор, министър, министър на, министърът
- υποφερτός στα βουλγαρικά - търпим, сносен, поносим
- υποχρέωση στα βουλγαρικά - задължение, задължението, задължения, задължение за
Τυχαίες λέξεις
Υποφέρω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мечка, мечка', страдам, страдат, страдате, страда, пострада
Μεταφράσεις: мечка, мечка', страдам, страдат, страдате, страда, пострада