Εγκαινιάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εγκαινιάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отворено, отворен, отворена, отворени, отварям, откривам, открие, откриването, сложи началото, освети
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαινιάζω
εγκαινιάζω τον καινουργιο εαυτο μου - μακροπουλοσ, εγκαινιάζω μακροπουλος, εγκαινιάζω τον καινούριο εαυτό μου, εγκαινιάζω μακροπουλος lyrics, εγκαινιάζω τον καινουργιο εαυτο μου, εγκαινιάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγκαινιάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εγκαθιδρύω στα βουλγαρικά - egkathidryo
- εγκαθιστώ στα βουλγαρικά - инсталирам, инсталирате, инсталиране, инсталиране на, инсталиран
- εγκαλώ στα βουλγαρικά - обвинявам, съди, да съди, призовавам на съд
- εγκαρτέρηση στα βουλγαρικά - постоянство, упоритост, постоянството, неуморно постоянство, упорство
Τυχαίες λέξεις
Εγκαινιάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отворено, отворен, отворена, отворени, отварям, откривам, открие, откриването, сложи началото, освети
Μεταφράσεις: отворено, отворен, отворена, отворени, отварям, откривам, открие, откриването, сложи началото, освети