Αφοσίωση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αφοσίωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
преданост, лоялност, лоялността, лоялни, за лоялни, вярност
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφοσίωση
αφοσίωση βιβλιο, αφοσίωση ετυμολογία, αφοσίωση veronica roth, αφοσίωση συνώνυμο, αφοσίωση λεξικό, αφοσίωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αφοσίωση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αφορίζω στα βουλγαρικά - отлъчен, отлъчи, отлъчва, отлъчим, отлъча
- αφορμή στα βουλγαρικά - извинение, кауза, причина, причинно, повод, основание
- αφουγκράζομαι στα βουλγαρικά - слушате, подслушване, подслушвам, подслушва, да подслушва, подслушай
- αφού στα βουλγαρικά - след, след като, в
Τυχαίες λέξεις
Αφοσίωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: преданост, лоялност, лоялността, лоялни, за лоялни, вярност
Μεταφράσεις: преданост, лоялност, лоялността, лоялни, за лоялни, вярност