Πασχίζω στα αγγλικά

Μετάφραση: πασχίζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
strive, endeavour, endeavor, toil, try hard
Πασχίζω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πασχίζω

toil
  • μοχθώ
  • πασχίζω
  • κοιτάζω
strive
  • αγωνίζομαι
  • πασχίζω
  • προσπαθώ
endeavor
  • πασχίζω
  • προσπαθώ
endeavour
  • πασχίζω
  • προσπαθώ

Σχετικές λέξεις: πασχίζω

πασχίζω συνωνυμο, πασχίζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, πασχίζω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • πασπατεύω στα αγγλικά - fumble, fiddle
  • παστώνω στα αγγλικά - cure, kipper, bloat, corn
  • πατάτα στα αγγλικά - potato, spud, potatoes
  • πατέρας στα αγγλικά - father, father of, dad, the father
Τυχαίες λέξεις
Πασχίζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: strive, endeavour, endeavor, toil, try hard