Κτηνώδης στα αγγλικά
Μετάφραση: κτηνώδης, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
truculent, brutal, brutish, beastly, bestial, brute
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: κτηνώδης
brute
- κτηνώδης
- κτηνώδης
- κτηνώδης
- άθλιος
- κτηνώδης
- διεστραμμένος
- βάρβαρος
- ζωώδης
- κτηνώδης
- κτηνώδης
- κακούργος
Σχετικές λέξεις: κτηνώδης
κτηνώδης δύναμη ογκώδης άγνοια, κτηνώδησ ατομικισμόσ, κτηνώδης λεξικό γλώσσας αγγλικά, κτηνώδης στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κτηνιατρικός στα αγγλικά - veterinary, Animal, Animal health, a veterinary
- κτηνωδία στα αγγλικά - brutality, bestiality, beastliness, animalism, brutishness
- κτητικός στα αγγλικά - acquisitive, possessive, possessive of
- κυανός στα αγγλικά - azure, blue, cornflower, cerulean, lapis lazuli
Τυχαίες λέξεις
Κτηνώδης στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: truculent, brutal, brutish, beastly, bestial, brute
Μεταφράσεις: truculent, brutal, brutish, beastly, bestial, brute