Ιθύνω στα αγγλικά
Μετάφραση: ιθύνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
govern, rule, makers, Parent, leaders, mastermind, Decision maker
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιθύνω
ιθύνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, ιθύνω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ιθαγένεια στα αγγλικά - nationality, citizenship, nationals, nationality of, nationals of
- ιθαγενής στα αγγλικά - indigenous, native, aboriginal, tribesman
- ικανά στα αγγλικά - ably, capable, able, capable of, likely, competent
- ικανοποίηση στα αγγλικά - satisfaction, gratification, contentment, meet, satisfy
Τυχαίες λέξεις
Ιθύνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: govern, rule, makers, Parent, leaders, mastermind, Decision maker
Μεταφράσεις: govern, rule, makers, Parent, leaders, mastermind, Decision maker