Ευμενής στα αγγλικά
Μετάφραση: ευμενής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
favourable, benevolent, propitious, amenable, benign
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευμενής
propitious
- ευμενής
- ίλεως
- ευνοϊκός
Σχετικές λέξεις: ευμενής
ευμενής σημαίνει, ευμενής λεξικο, ευμενής συνόνυμα, ευμενής ορισμός, ευμενής ετυμολογία, ευμενής λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευμενής στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ευλυγισία στα αγγλικά - flexibility, suppleness, flexibility of, of flexibility
- ευλύγιστος στα αγγλικά - pliant, flexible, limber, pliable, lissome, supple, lissom
- ευμετάβλητος στα αγγλικά - changeable, fickle, mutable, variable, protean
- ευμεταβλησία στα αγγλικά - unsteadiness, fickleness, evmetavlisia
Τυχαίες λέξεις
Ευμενής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: favourable, benevolent, propitious, amenable, benign
Μεταφράσεις: favourable, benevolent, propitious, amenable, benign