Δεσμευτικός στα αγγλικά
Μετάφραση: δεσμευτικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
binding, binding in
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δεσμευτικός
binding
- δεσμευτικός
Σχετικές λέξεις: δεσμευτικός
δεσμευτικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, δεσμευτικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- δερμάτινος στα αγγλικά - leather, in leather
- δεσμίδα στα αγγλικά - bundle, ream, stack, stack of, booklet
- δεσμεύω στα αγγλικά - commit, bind, fetter, tether, shackle, plight
- δεσμοφύλακας στα αγγλικά - turnkey, jailer, prison guard, gaoler, guard
Τυχαίες λέξεις
Δεσμευτικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: binding, binding in
Μεταφράσεις: binding, binding in