Ανεργία στα αγγλικά

Μετάφραση: ανεργία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
unemployment, unemployed, unemployment is, unemployment rate
Ανεργία στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ανεργία

idleness
  • απραξία
  • αργία
  • ανεργία
unemployment
  • ανεργία

Σχετικές λέξεις: ανεργία

ανεργία ελστατ, ανεργία ελλάδα, ανεργία νέων, ανεργία 2013, ανεργία στην ελλάδα στατιστικά, ανεργία λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανεργία στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανεπηρέαστος στα αγγλικά - insensitive, unaffected, uninfluenced, insusceptible, unswayed, unprejudiced
  • ανεπιθύμητος στα αγγλικά - undesirable, unwanted, unwelcome, undesired, unwished
  • ανερμάτιστος στα αγγλικά - unstable, anermatistos
  • ανερχόμενος στα αγγλικά - budding, upcoming, rising, ascending, amounting, riser
Τυχαίες λέξεις
Ανεργία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: unemployment, unemployed, unemployment is, unemployment rate