Ακαθάριστος στα αγγλικά
Μετάφραση: ακαθάριστος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gross, crude
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ακαθάριστος
neutral
- ουδέτερος
- ακαθάριστος
Σχετικές λέξεις: ακαθάριστος
ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, ακαθάριστοσ σχηματισμόσ κεφαλαίου, ακαθάριστος μισθός, ακαθάριστος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ακαθάριστος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ακαδημία στα αγγλικά - academy, College, the Academy, academy of, the Academy of
- ακαδημαϊκός στα αγγλικά - academic, academician, scholar, an academic, academia
- ακαθαρσία στα αγγλικά - impurity, dirt, filth, soil, an impurity
- ακαθόριστος στα αγγλικά - vague, unsettled, nondescript, noncommittal, amorphous
Τυχαίες λέξεις
Ακαθάριστος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: gross, crude
Μεταφράσεις: gross, crude