Λέξη: ελίσσομαι

Σχετικές λέξεις: ελίσσομαι

ελίσσομαι english, ελίσσομαι συνώνυμο, εξελίσσομαι english

Συνώνυμα: ελίσσομαι

κουρδίζω, στρέφω, ελίσσω, περιτυλίσσω, περιτυλίσσομαι, στρεβλώνω, στρίβω, διαστρέφω, περιπλέκω, στραμπουλίζω, προχωρώ ελικοειδώς, περιφέρομαι άσκοπα, κάνω ελιγμούς, κινούμαι στρατηγικώς, διευθύνω στρατηγικώς

Μεταφράσεις: ελίσσομαι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
meander, twist, maneuver
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
meandro, meandros, de meandro, meandro de, meander
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mäander, Mäander, Mäanders, mäanderförmigen, mäanderförmige
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
méandre, repli, méandres, méandre de, meander, de méandre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
meandro, meandri, a meandri, a meandro, meander
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tencionar, meio, ziguezaguear, achar, entender, meandro, meander, meandros, de meandros, serpenteiam
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kronkelen, slingeren, dolen, Meander, meanderpatronen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
змеиться, меандр, меандра, меандровой, меандром, извилина
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
meander, av Meander, slentre, meanderformet, anmeldelser av Meander
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
meander, slingrar sig, slingra sig, ringlar
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiertyä, rönsyillä, mutkitella, kiemurrella, meander, meanderin, mutkittelevan
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bugte, meander, slynge sig, slynge, bugtende
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
záhyb, meandr, Meander, meandru, meandrovitě, meandrového
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
meandry, wić się, wałęsać się, meander, Rivers meander
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kanyarog, Meander, kanyarulat, A Meander, kanyarulatánál
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
menderes, meander, labirent, meandr, kıvrım
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підлий, меандр, вигин
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjarpëroj
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
меандър, криволича, говоря несвързано, лабиринт
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
меандр
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
meander, looklema, looklus, Mutkittelu, Mutkitella
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
krivudanje, meander, meandar, meandra
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
liðast, árbugða, meander
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vingiuoti, meandrinės, meandro, meander Straipsnis iš Wiktionary, meandra
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
līkums, Meander, izlocīties, meandra
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лавиринт, Meander, Меандри
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
meandru, șerpuitură, cot, șerpui, face digresiuni
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
meander, meandra, obliki meandra, v obliki meandra
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zátočina, meander
Τυχαίες λέξεις